Σκηνοθεσία: Γιαν Κουνέν
Πρωταγωνιστούν: Άννα Μουγκλαλίς, Μαντς Μίκελσεν, Γιελένα Μορόζοβα
Διανομή: Σπέντζος Film
Η σύντομη γνωριμία και η παθιασμένη σχέση μεταξύ της Κοκό Σανέλ και του Ιγκόρ Στραβίσνκι, όταν πέρασαν μαζί κάποιο διάστημα στη βίλλα της μεγάλης σχεδιάστριας, στα προάστια του Παρισιού. Προσωπικά εξεπλάγην όταν είδα πως ο Γιαν Κουνέν του α λα Ταραντίνο «Ντόμπερμαν» ή του παραισθησιογόνου γουέστερν «Blueberry» καταπιάστηκε με μια αισθηματική ταινία. Πώς θα μπορούσε ένας σκηνοθέτης που αγαπά τα βίαια ξεσπάσματα να ασχοληθεί με έρωτες και υφάσματα σε ένα ρομαντικό φιλμ εποχής; Η απάντηση εξαρτάται από το κατά πόσο η υποθετική (εφόσον δεν γίνεται παραδεκτή από τα περιβάλλοντα ούτε της Σανέλ ούτε του Στραβίνσκυ) αισθηματική σχέση μεταξύ των δύο κορυφαίων δημιουργών δεν έκρυβε μέσα της τη βία. Όχι τη σωματική -μολονότι οι ερωτικές στιγμές της ταινίας δεν είναι ακριβώς τρυφερές- αλλά πολύ περισσότερο τη βία που κρύβει μέσα του κάθε δημιουργικό και επαναστατικό μυαλό. Σύμφωνα με το βιβλίο όπου βασίστηκε η ταινία, το επαναστατικό ταλέντο του πολέμιου της μελωδίας Στραβίνσκυ που αντιμετωπίζει το γιουχάισμα των θεατών στο θέατρο των Ηλυσίων Πεδίων κατά την πρεμιέρα του μπαλέτου «Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης» ήταν αυτό που προσέλκυσε την προσοχή της πολέμιας του χρώματος Σανέλ. Επαναστάτρια και η ίδια στην τέχνη της, αυτόνομη και απόμακρη γυναίκα (ολίγον bitch στα επαγγελματικά της) βλέπει στον Στραβίνσκυ τον άντρα που που μπορεί να τη συνεπάρει, αδιαφορώντας για τη γυναίκα του με την οποία μοιράζονται την ίδια στέγη. Η ηθική, άλλωστε, δεν ήταν πρόβλημα της Κοκό Σανέλ που έβλεπε τα πάντα ως άσπρο και μαύρο, αφού το πάθος της για τον Στραβίνσκυ έδειχνε πολύ ισχυρότερο από τη σύμβαση ενός γάμου. Όμως ο Στραβίνσκυ του Μαντς Μίκελσεν μπορεί να είναι επαναστάτης ως δημιουργός, αλλά ως άντρας δείχνει μονίμως φοβισμένος. Ξένος σε ξένη χώρα, διωγμένος από τη μεταεπαναστατική Ρωσία, κάνει έρωτα με τη Σανέλ σαν να μην υπάρχει αύριο, για να υποχωρήσει στον φόβο του το αμέσως επόμενο λεπτό. Η Σανέλ της πανέμορφης Άννα Μουγκλαλίς είναι σέξι, απόμακρη, δυναμική αλλά και έτοιμη(;) να παραδοθεί στον άντρα που θα αξίζει και μόνο όταν το κρίνει αυτή σωστό. «Ιγκόρ, δεν είμαι γυναίκα που μπορεί να σε μοιράζεται» του λέει κάποια στιγμή. Και το εννοεί! Η ταινία έχει πολύ καλές στιγμές, δείχνει όμως κάποια αμηχανία προς το τέλος, καθώς και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της νιώθουν αμήχανοι απέναντι στην έλξη που ασκεί ο ένας στον άλλον. Έρωτας; Πάθος; Απλή διαφυγή; Τρόπαιο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Εκτός αν προλάβουμε να βυθιστούμε στα θολά, γερασμένα τους βλέμματα, λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι. Της ταινίας, αλλά και της ζωής τους. Πάρα πολύ καλή η Γιελένα Μορόζοβα στο ρόλο της γυναίκας του Στραβίνσκυ. Λίγο άσχετη με το στόρι, αλλά χαριτωμένη η σεκάνς με τη δημιουργία του αρώματος Σανέλ Νο5, εξαιρετικό το μακιγιάζ των ηλικιωμένων πρωταγωνιστών, υπέροχη η σκηνή έναρξης με την αποτυχημένη πρεμιέρα της «Ιεροτελεστίας» και ανεπανάληπτη η απάντηση της Σανέλ όταν τη ρωτούν αν αγαπάει το χρώμα: «Φυσικά και το αγαπώ… Αρκεί να είναι μαύρο.
Το είδα με Dolby Digital στην τεράστια οθόνη του κατάμεστου Ιντεάλ.
Πρωταγωνιστούν: Άννα Μουγκλαλίς, Μαντς Μίκελσεν, Γιελένα Μορόζοβα
Διανομή: Σπέντζος Film
Η σύντομη γνωριμία και η παθιασμένη σχέση μεταξύ της Κοκό Σανέλ και του Ιγκόρ Στραβίσνκι, όταν πέρασαν μαζί κάποιο διάστημα στη βίλλα της μεγάλης σχεδιάστριας, στα προάστια του Παρισιού. Προσωπικά εξεπλάγην όταν είδα πως ο Γιαν Κουνέν του α λα Ταραντίνο «Ντόμπερμαν» ή του παραισθησιογόνου γουέστερν «Blueberry» καταπιάστηκε με μια αισθηματική ταινία. Πώς θα μπορούσε ένας σκηνοθέτης που αγαπά τα βίαια ξεσπάσματα να ασχοληθεί με έρωτες και υφάσματα σε ένα ρομαντικό φιλμ εποχής; Η απάντηση εξαρτάται από το κατά πόσο η υποθετική (εφόσον δεν γίνεται παραδεκτή από τα περιβάλλοντα ούτε της Σανέλ ούτε του Στραβίνσκυ) αισθηματική σχέση μεταξύ των δύο κορυφαίων δημιουργών δεν έκρυβε μέσα της τη βία. Όχι τη σωματική -μολονότι οι ερωτικές στιγμές της ταινίας δεν είναι ακριβώς τρυφερές- αλλά πολύ περισσότερο τη βία που κρύβει μέσα του κάθε δημιουργικό και επαναστατικό μυαλό. Σύμφωνα με το βιβλίο όπου βασίστηκε η ταινία, το επαναστατικό ταλέντο του πολέμιου της μελωδίας Στραβίνσκυ που αντιμετωπίζει το γιουχάισμα των θεατών στο θέατρο των Ηλυσίων Πεδίων κατά την πρεμιέρα του μπαλέτου «Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης» ήταν αυτό που προσέλκυσε την προσοχή της πολέμιας του χρώματος Σανέλ. Επαναστάτρια και η ίδια στην τέχνη της, αυτόνομη και απόμακρη γυναίκα (ολίγον bitch στα επαγγελματικά της) βλέπει στον Στραβίνσκυ τον άντρα που που μπορεί να τη συνεπάρει, αδιαφορώντας για τη γυναίκα του με την οποία μοιράζονται την ίδια στέγη. Η ηθική, άλλωστε, δεν ήταν πρόβλημα της Κοκό Σανέλ που έβλεπε τα πάντα ως άσπρο και μαύρο, αφού το πάθος της για τον Στραβίνσκυ έδειχνε πολύ ισχυρότερο από τη σύμβαση ενός γάμου. Όμως ο Στραβίνσκυ του Μαντς Μίκελσεν μπορεί να είναι επαναστάτης ως δημιουργός, αλλά ως άντρας δείχνει μονίμως φοβισμένος. Ξένος σε ξένη χώρα, διωγμένος από τη μεταεπαναστατική Ρωσία, κάνει έρωτα με τη Σανέλ σαν να μην υπάρχει αύριο, για να υποχωρήσει στον φόβο του το αμέσως επόμενο λεπτό. Η Σανέλ της πανέμορφης Άννα Μουγκλαλίς είναι σέξι, απόμακρη, δυναμική αλλά και έτοιμη(;) να παραδοθεί στον άντρα που θα αξίζει και μόνο όταν το κρίνει αυτή σωστό. «Ιγκόρ, δεν είμαι γυναίκα που μπορεί να σε μοιράζεται» του λέει κάποια στιγμή. Και το εννοεί! Η ταινία έχει πολύ καλές στιγμές, δείχνει όμως κάποια αμηχανία προς το τέλος, καθώς και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της νιώθουν αμήχανοι απέναντι στην έλξη που ασκεί ο ένας στον άλλον. Έρωτας; Πάθος; Απλή διαφυγή; Τρόπαιο; Δεν θα το μάθουμε ποτέ. Εκτός αν προλάβουμε να βυθιστούμε στα θολά, γερασμένα τους βλέμματα, λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι. Της ταινίας, αλλά και της ζωής τους. Πάρα πολύ καλή η Γιελένα Μορόζοβα στο ρόλο της γυναίκας του Στραβίνσκυ. Λίγο άσχετη με το στόρι, αλλά χαριτωμένη η σεκάνς με τη δημιουργία του αρώματος Σανέλ Νο5, εξαιρετικό το μακιγιάζ των ηλικιωμένων πρωταγωνιστών, υπέροχη η σκηνή έναρξης με την αποτυχημένη πρεμιέρα της «Ιεροτελεστίας» και ανεπανάληπτη η απάντηση της Σανέλ όταν τη ρωτούν αν αγαπάει το χρώμα: «Φυσικά και το αγαπώ… Αρκεί να είναι μαύρο.
Το είδα με Dolby Digital στην τεράστια οθόνη του κατάμεστου Ιντεάλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου